6/30/2009

Συζήτηση για τη διαχείριση των βιολογικών αποβλήτων στην ΕΕ

Η διαχείριση των βιολογικών αποβλήτων στην ΕΕ αποτελεί αντικείμενο διαβούλευσης από το Δεκέμβριο του 2008, αν και ακόμα αυτή η συζήτηση δεν εχει καν ανοίξει στην Ελλάδα.Η βάση της διαβούλευσης είναι η "Πράσινη Βίβλος για τη διαχειριση ων βιολογικών αποβλήτων στην ΕΕ" ένα ενδιαφέρον κείμενο με πολλές ουσιαστικές επισημάνσεις και διαπιστώσεις με γενικότερο ενδιαφέρον (βλ. http://eur-lex.europa.eu/LexUriServ/LexUriServ.do?uri=CELEX:52008DC0811:EN:NOT)

Πρόσφατα μου δόθηκε η δυνατότητα να εκφράσω δημόσια τις θέσεις της ISWA για αυτό το τόσο σοβαρό θέμα, σε μια πολύ επιτυχημένη εκδήλωση του Ευρωπαϊκού Οικονομικού και Κοινωνικού Συμβουλίου στο Σαλέρνο, με μαζική παρουσία πολιτών.

Είναι κρίμα που τέτοιου είδους διαβουλεύσεις δεν φτάνουν ποτέ στην Ελλάδα, παρά το γεγονός ότι το Ευρωπαϊκό Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο (που επίσημα υλοποιεί τη διαβούλευση για λογαριασμό του Ευρωκοινοβουλίου και της Επιτροπής)είναι διαθέσιμο.

Είναι ακόμα περισσότερο κρίμα, που στη χώρα μας απουσιάζουν τόσο οι δομές όσο και η κουλτούρα της διαβούλευσης.

Η παρουσίαση μου είναι διαθέσιμη στη διεύθυνση:

http://www.scribd.com/doc/16952026/Biowaste-Position

6/29/2009

Πληρώνουμε πολλά ή λίγα για τη διαχείριση απορριμμάτων ;

Οι στατιστικές δείχνουν ότι όπου υπάρχουν και λειτουργούν συστήματα ολοκληρωμένης διαχείρισης στερεών αποβλήτων, τα ποσοστά της ανακύκλωσης είναι κατά πολύ μεγαλύτερα από τις περιοχές που υπάρχουν μόνο ΧΥΤΑ. Πόλεις όπως η Βιέννη, το Άμστερνταμ, η Στοκχόλμη, αλλά και η Βαρκελώνη, η Λισαβώννα και το Μιλάνο έχουν επενδύσει εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ σε υποδομές διαχείρισης στερεών αποβλήτων. Αλλά και πληρώνουν σημαντικά ποσά σε ετήσια βάση για να πετύχουν ελαχιστοποίηση των περιβαλλοντικών επιβαρύνσεων από τα σκουπίδια και εκτροπή τους από τους χώρους ταφής.

Μια σύγκριση με την Ελλάδα είναι αποκαλυπτική. Στις περισσότερες περιοχές της χώρας, όπου υπάρχουν ΧΥΤΑ, οι κάτοικοι πληρώνουν κάτι μεταξύ 15-30 ευρώ ανά τόνο αποβλήτων για την υγειονοιμική ταφή, πρακτικά 10-13 ευρώ ανά άτομο το χρόνο. Στις ευρωπαϊκές μητροπόλεις όπου το πρόβλημα έχει λυθεί με ολοκληρωμένο τρόπο, οι κάτοικοι πληρώνουν από 85 – 230 ευρώ ανά τόνο αποβλήτων, πρακτικά 30 – 80 ευρώ ανά άτομο το χρόνο ( στα κόστη αυτά δεν συμπεριλαμβάνεται η αποκομιδή των αποβλήτων). Ο τζίρος της διαχείρισης στερεών αποβλήτων στην ΕΕ ξεπερνάει τα 130 δις ευρώ ετησίως, ενώ πολύ χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Ολλανδίας: σχεδόν 17 εκατομμύρια κάτοικοι, παράγουν 60 εκατομμύρια τόνους στερεών αποβλήτων των οποίων η ολοκληρωμένη διαχείριση κοστίζει σχεδόν 5,5 δισεκατομμύρια ευρώ το χρόνο!

Στη χώρα μας πρέπει τώρα να έχουμε ριζική αλλαγή τόσο στον τρόπο που χρεώνονται οι πολίτες τις υπηρεσίες διαχείρισης στερεών αποβλήτων όσο και στο ύψος των τελών για τα απόβλητα, αν θέλουμε να επιλυθεί το πρόβλημα. Η χρέωση μέσω του λογαριασμού της ΔΕΗ, με μοναδικό μέτρο τα τετραγωνικά μέτρα, έχει δύο μεγάλα προβλήματα. Πρώτον, είναι αδιαφανής γιατί κανένας δεν γνωρίζει ποιο μέρος του τέλους καθαριότητας αντιστοιχεί στη διαχείριση των σκουπιδιών και ποιο σε συντήρηση κήπων, νεκροταφεία, πολιτιστικές εκδηλώσεις κλπ. Δεύτερον, αυτός ο τρόπος χρέωσης είναι οικονομικό αντικίνητρο για την ανακύκλωση: είτε ανακυκλώνεις το συνολο των σκουπιδιών είτε τίποτα, θα πληρώσεις τα ίδια λεφτά αν έχεις ίδια τετραγωνικά μέτρα. Πρέπει να περάσουμε σε άλλα συστήματα όπου η χρεώση γίνεται με βάση τον όγκο και την επικινδυνότητα των αποβλήτων που πετάμε κάθε μέρα, ακόμα και σε εξατομικευμένη χρέωση που θα επιβραβεύει την περιβαλλοντικά ορθή συμπεριφορά. Απαιτείται μια γενναία πολιτική πρωτοβουλία για το θέμα, χωρίς παρωπίδες πολιτικού κόστους και στη συνέχεια υπάρχουν πολλές πετυχημένες εμπειρίες σε ευρωπαϊκές χώρες που πρέπει να αξιολογηθούν και να προκύψει το κατάλληλο για την Ελλάδα σχήμα.

Όσον αφορά το ποια τεχνολογία διαχείρισης αποβλήτων είναι πιο ακριβή, τα πράγματα είναι απλά. Η πιο ακριβη μέθοδος διαχείρισης, αν περιλάβουμε τα κόστη αποκατάστασης του περιβάλλοντος και τα εξωτερικά κόστη που σχετίζονται με εκπομπές ρύπων και δημόσια υγεία είναι οι χωματερές. Η μόνη διαφορά είναι ότι αυτό το πανάκριβο κόστος αντί να το πληρώνουμε εμείς το μεταφέρουμε στις επόμενες γενιές και για αυτό η ταφή είναι η φθηνότερη με διαφορά μέθοδος. Και για αυτόν ακριβώς το λόγο είναι φθηνή.

Ένας από τους τρόπους που πολλές χώρες της ΕΕ αντιμετωπίζουν το θέμα του χαμηλού κόστους ταφής είναι η επιβολή ειδικού φόρου σε κάθε τόνο αποβλήτων που θάβεται, έτσι ώστε να δημιουργούνται αντικίνητρα στην ταφή υλικών και ενεργειακού περιεχομένου. Στο Βέγιο, την Ολλανδία, τη Δανία κάθε τόνος αποβλήτων που οδηγείται προς ταφή επιβαρύνεται με ένα κόστος μεταξύ 55-80 ευρώ, ενώ στη Γαλλία, την Ιταλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, η επιβάρυνση είναι από 30-50 ευρώ ανά τόνο. Σε άλο μήκος κύματος, η Γερμανία έχει απαγορεύσει πλήρως την ταφή απορριμμάτων που έχουν αξιοποιήσιμο ενεργειακό περιεχόμενο.

Στη χώρα μας θα μπορούσε να εφαρμοστεί ένας φόρος ταφής; Εφόσον εξασφαλιστεί ότι με τα έσοδα του θα χρηματοδοτούνται οι αποκαταστάσεις των ΧΥΤΑ αλλά και οι δράσεις επεξεργασίας και ανακύκλωσης, είτε σε τοπικό είτε σε περιφερειακό επίπεδο. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να υπάρχει πλήρης διαφάνεια στο που αξιοποιούνται τα χρήματα από τους φόρους ταφής, έτσι ώστε να μην έχουμε τα παρατράγουδα στα οποία μας έχει συνηθίσει το ελληνικό δημόσιο με αντίστοιχους φόρους. Ο φόρος ταφής δεν πρέπει να εφαρμοστεί ισοπεδωτικά αλλά σαν ένα εργαλείο συμμόρφωσης και κίνητρο επεξεργασίας.Και είναι ένα μόνο, από τα πολλά πράγματα που μπορούν να γίνουν για να μεγιστοποιήσουμε την εκτροπή από τους ΧΥΤΑ.

Εργαλεία υπάρχουν λοιπόν, πολιτική βούληση και ατζέντα όμως;

Το περίφημο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι

Η κουβέντα για τις τεχνολογίες διαχείρισης των στερεών αποβλήτων έχει ανάψει για τα καλά. Η κουβέντα αυτή τροφοδοτείται τόσο από τα πραγματικά αδιέξοδα της διαχείρισης αποβλήτων στη χώρα (που ιδιαίτερα στηνΑθήνα γίνονται πλέον εφιαλτικά) όσο και από τη σύγκρουση επιχειρηματικών συμφερόντων, κομμάτων και ΜΚΟ σχετικά με τις τεχνολογίες διαχείρισης στερεών αποβλήτων.

Ένα σημάδι για την ένταση της σχετικής συζήτησης είναι και το γεγονός ότι μόνο μέσα στον Ιούνιο υπάρχουν 5 τουλάχιστον ημερίδες αφιερωμένες στο θέμα, 3 στην Αθήνα, 1 στη Ρόδο και 1 στην Καβάλα, που διοργανώνονται από τοπικά ΤΕΕ, Φορείς Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων, ΜΚΟ, το ΣΕΒ κ.α.

Στο κέντρο της συζήτησης βρίσκεται η αντιπαράθεση που διεξάγεται σχετικά με την καταλληλότητα της αποτέφρωσης ή άλλης θερμικής επεξεργασίας των στερεών αποβλήτων. Το περίεργο είναι ότι, τόσο οι υποστηρικτές όσο και οι πολέμιοι της καύσης, μιλούν στο όνομα του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Ποιο είναι λοιπόν αυτό το κεκτημένο; Μπορεί να εφαρμοστεί στη χώρα μας; Ποια είνα τελικά η αλήθεια σχετικά με την ενεργειακή αξιοποίηση των απορριμμάτων και ποια η σχέση της με την ανακύκλωση; Ποιο είναι λοιπόν το περίφημο ευρωπαϊκό κεκτημένο; Τι κάνουν οι άλλες χώρες της ΕΕ στη διαχείριση των στερεών αποβλήτων; Και ποιος ο ρόλος της θερμικής επεξεργασίας των απορριμμάτων;

Σύμφωνα λοιπόν με τα στοιχεία της ISWA, αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη λειτουργούν 440 μονάδες αποτέφρωσης που παράγουν ηλεκτρική και θερμική ενέργεια, επεξεργαζόμενες 60 εκατομμύρια τόνους απορρίμματα. Οι μονάδες αυτές τροφοδοτούν σχεδόν 8 εκατομμύρια νοικοκυριά με ρεύμα και σχεδόν 14 εκατομμύρια νοικοκυριά με θερμότητα. Η μεγάλη πλειοψηφία των μονάδων αυτών είναι στις Σκανδιναβικές χώρες (80), τη Γαλλία (128), τη Γερμανία (66) και την Ελβετία (29). Πάνω από 50 μονάδες αποτέφρωσης με ενεργειακή αξιοποίηση αποβλήτων βρίσκονται υπό προετοιμασία στην Ευρώπη αυτή την περίοδο. Αυτή είναι όμως η μια μεριά της κατάστασης, γιατί σύμφωνα με τα στοιχεία της EUROSTAT του 2007, μόνο το 19% των απορριμμάτων οδηγείται σε αποτέφρωση, 41% οδηγείται ακόμα σε Χώρους Ταφής (ΧΥΤΑ) και 40% ανακυκλώνεται είτε με διαλογή στην πηγή είτε με Μηχανική Βιολογική Επεξεργασία.

Η αποτέφρωση – ενεργειακή αξιοποίηση των απορριμμάτων επομένως είναι αναπόσπαστο μέρος του ευρωπαΊκού κεκτημένου στη διαχείριση των στερεών αποβλήτων, ωστόσο κάθε άλλο παρά είναι ο κανόνας.

Η αποτέφρωση με ενεργειακή αξιοποίηση, είτε δευτερογενούς καυσίμου είτε υπολειμμάτων, είναι μέρος της λύσης στις περισσότερες ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις. Ωστόσο δεν είναι «η λύση» και δεν πρέπει να παρουσιάζεται ως φάρμακο δια πάσα νόσο. Αντίθετα, με βάση το ευρωπαϊκό κεκτημένο, η ενεργειακή αξιοποίηση είναι αποδεκτή μόνο όταν έχουν εξαντληθεί τα περιθώρια επεναχρησιμοποίησης, ανακύκλωσης και ανάκτησης υλικών, για τα υπολείμματα που μένουν. Για αυτό και η συντριπτική πλειοψηφία των ευρωπαϊκών μεγαλουπόλεων εφαρμόζει σχέδια ολοκληρωμένης διαχείρισης, που συνδυάζουν ανακύκλωση, Μηχανική – Βιολογική Επεξεργασία και στο τέλος Θερμική Επεξεργασία με ανάκτηση ενέργειας.

Η διαμάχη μεταξύ υποστηρικτών και εχθρών της αποτέφρωσης, όταν δεν κρύβει επιχειρηματικά συμφέροντα, είναι επιστημονικά ξεπερασμένη και μονοδιάστατη. Και εμποδίζει να κατανοηθεί ότι το κυρίως θέμα δεν είναι τι θα κάνουμε τα υπολείμματα, αλλά πως θα τα μειώσουμε δραστικά. Είναι προφανές ότι αντι να θάβεις τα απορρίμματα είναι προτιμότερο να τα αξιοποιείς ενεργειακά. Να μην ξεχνάμε όμως ότι ακόμα προτιμότερο είναι να επαναχρησιμοποιείς, να ανακυκλώνεις και να ανακτάς υλικά.

Μήπως όμως θα μπορούσαμε να ανακυκλώσουμε την πλειοψηφία των απορριμμάτων που παράγονται χωρίς να χρειαζόμαστε πολυδάπανες επενδύσεις σε μονάδες επεξεργασίας υψηλής τεχνολογίας; Με τα στοιχεία της ISWA, το 75% των φυσικών πόρων παγκοσμίως, κατευθύνεται στις μεγαλουπόλεις, που κατέχουν μόλις το 2,5% της γήινης επιφάνειας και το 80% αυτών των πόρων γίνονται απόβλητα! Πρόκειται για κυριολεκτικό έμφραγμα στη ροή των φυσικών πόρων και όταν κάποιος έχει έμφραγμα μπαίνει στην εντατική. Οι μονάδες επεξεργασίας των σκουπιδιών είναι τα μηχανήματα της εντατικής που κρατάνε τις πόλεις μας ζωντανές για να μην πνιγούν από τα απόβλητα που παράγουν και να διασώσουν ότι είναι εφικτό από τα υλικά και την ενέργεια που περιέχονται στα σκουπίδια. Η ανακύκλωση από μόνη της, ακόμα και στις πιο πετυχημένες εφαρμογές της όπου εκτρέπεται το 30% του όγκου των αποβλήτων, αδυνατεί να σταματήσει το έμφραγμα γιατί ο ρυθμός που αυξάνεται η παραγωγή αποβλήτων είναι πολύ μεγαλύτερος από το ρυθμό που αυξάνεται η ανακύκλωση. Γιατί ο καταιγισμός διαφήμισης που οδηγεί σε υπερκατανάλωση είναι απείρως ισχυρότερος από τις καμπάνιες ανακύκλωσης.

Το παράδειγμα της Βιέννης είναι άκρως αποκαλυπτικό. Χρειάστηκαν 30 έτη συστηματικών προσοπαθειών στην ανακύκλωση για να γίνει εφικτή η εκτροπή σχεδόν 320.000 τόνων απορριμμάτων ανά έτος, δηλαδή του 30% των παραγόμενων αποβλήτων! Για το λόγο αυτό και το χαρακτηρίζω συζνά ως πετυχημένη αναποτελεσματικότητα!